ΕΡΓΑΣΙΑ >> 10. Διαβάστε: «Ας Επιτρέψουμε στα Παιδιά να Δουλεύουν».

«ΑΣ ΕΠΙΤΡΕΨΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ»

Η βασική αιτία του προβλήματος της παιδικής παραβατικότητας στο σύνολό της είναι το ανθρωπιστικό κατά τα φαινόμενα πρόγραμμα του παρελθόντος, που απαγόρευε να εργάζονται τα παιδιά με οποιονδήποτε τρόπο.

Αναμφίβολα ήταν κάποτε γεγονός ότι γινόταν κατάχρηση της παιδικής εργασίας, ότι έβαζαν τα παιδιά να εργάζονται υπερβολικά σκληρά, ότι επιβραδυνόταν η ανάπτυξή τους κι ότι γενικά τα εκμεταλλεύονταν. Είναι πολύ αμφίβολο αν ο διαβόητος κύριος Μαρξ είδε ποτέ νεαρά αγόρια στην Αμερική να τα τραβούν απ’ τις μηχανές νεκρά από τη δουλειά και να τα πετούν σε σκουπιδότοπους.

Όπου γινόταν κατάχρηση της παιδικής εργασίας, υπήρχε και η κατακραυγή της κοινής γνώμης και έτσι η νομοθεσία λάμβανε δράση για να αποτρέψει την παιδική εργασία. Αυτοί οι νόμοι, ακόμη και με τις καλύτερες προθέσεις, ευθύνονται άμεσα, ωστόσο, για την παιδική παραβατικότητα.

Το να απαγορεύεις στα παιδιά να εργάζονται, και ειδικά το να απαγορεύεις στους εφήβους να πετυχαίνουν από μόνοι τους στον κόσμο και να κερδίζουν τα δικά τους χρήματα, δημιουργεί τέτοια οικογενειακά προβλήματα, που γίνεται σχεδόν αδύνατον να αναθρέψει κανείς μια οικογένεια. Μετά, με την παγκόσμια στρατιωτική εκπαίδευση να τον κοιτάζει καταπρόσωπα, έτσι ώστε να μην τολμάει έστω να ξεκινήσει μια καριέρα, βουλιάζει σε μια βαθιά υπο-απάθεια (κατάσταση μη ενδιαφέροντος κάτω από την απάθεια), σχετικά με την εργασία. Και όταν έρχεται η στιγμή να τα καταφέρει μόνος του, ανεβαίνει στην απάθεια και δεν κάνει απολύτως τίποτα γι’αυτό.

Κάτι που υποστηρίζει έντονα αυτό το γεγονός είναι ότι οι σπουδαιότεροι συμπολίτες μας δούλευαν, συνήθως, όταν ήταν πολύ νέοι. Στον αγγλοαμερικανικό πολιτισμό, εκείνοι που έχουν δείξει τη μεγαλύτερη προσπάθεια και εργατικότητα ήταν αγόρια τα οποία, από την ηλικία των δώδεκα, σε αγροκτήματα, είχαν τα δικά τους καθήκοντα και μια καθορισμένη θέση στον κόσμο.

Τα παιδιά, ως επί το πλείστον, είναι πολύ πρόθυμα να δουλέψουν. Το παιδί που είναι δύο, τριών, τεσσάρων βρίσκεται συχνά να ακολουθεί τον μπαμπά ή τη μαμά του προσπαθώντας να τους βοηθήσει κουβαλώντας ξύλα ή ξεσκονίζοντας. Και ο καλοσυνάτος γονιός, που αγαπάει πραγματικά τα παιδιά του, ανταποκρίνεται μ’ έναν λογικό και, όπως θεωρούνταν κάποτε, φυσιολογικό τρόπο που είναι να δείχνει αρκετή υπομονή και ν’ αφήνει το παιδί να βοηθάειπραγματικά. Το παιδί στο οποίο επιτρέπεται να βοηθάει αποκτά στη συνέχεια την ιδέα ότι η παρουσία και οι πράξεις του είναι επιθυμητές, και πολύ ήρεμα βάζει πλώρη για μια επιτυχημένη καριέρα.

Το παιδί που το βάζουν στο καλούπι κάποιας καριέρας ή το πιέζουν να την ακολουθήσει, αλλά δεν του επιτρέπουν να βοηθήσει σ’ εκείνα τα πρώτα χρόνια, είναι πεπεισμένο ότι δεν το θέλουν, ότι δεν έχει καμιά θέση στον κόσμο. Και αργότερα θα συναντήσει φανερές δυσκολίες στο θέμα της δουλειάς. Ωστόσο, όταν το παιδί θέλει να δουλέψει στα τρία του ή στα τέσσερα –σ’ αυτή τη σύγχρονη κοινωνία– το αποθαρρύνουν και στην πραγματικότητα το εμποδίζουν να δουλέψει. Και αφού είναι αδρανής μέχρι την ηλικία των επτά, οκτώ ή εννιά, ξαφνικά επιφορτώνεται με ευθύνες.

Τώρα, το παιδί έχει εκπαιδευτεί στην ιδέα ότι δεν πρέπει να δουλέψει και έτσι, η δουλειά είναι μια σφαίρα στην οποία «ξέρει ότι δεν ανήκει» και νιώθει πάντα δυσάρεστα κατά την επιτέλεση διαφόρων εργασιών.

Αργότερα, στα εφηβικά του χρόνια, τον εμποδίζουν ενεργά να αποκτήσει μια δουλειά που θα του επιτρέπει ν’ αγοράζει ρούχα και να κερνάει τους φίλους του, πράγματα που αισθάνεται ότι απαιτούνται απ’ αυτόν. Έτσι αρχίζει να αισθάνεται ότι δεν είναι μέρος της κοινωνίας. Αφού δεν είναι μέρος της κοινωνίας, είναι επομένως εναντίον της και δε ζητάει τίποτε άλλο παρά καταστροφικές ασχολίες.

που είναι πολύ γνωστός για κάποιο κακό χαρακτηριστικό ή κακή πράξη.

Καρλ Μαρξ (1818-1883), Γερμανός πολιτικός φιλόσοφος, τα έργα του οποίου αποτέλεσαν τη βάση για τον κομμουνισμό του εικοστού αιώνα, ο οποίος αντιμετώπιζε την κοινωνία ως μια πάλη μεταξύ των καπιταλιστών (ιδιοκτήτες εργοστασίων) και τους εργαζόμενους. Ο Μαρξ και οι κομουνιστές συνεργάτες του, κατηγορούσαν τους καπιταλιστές για τις μίζερες συνθήκες εργασίας, τα εκτεταμένα ωράρια κάτω από ανθυγιεινές και επικίνδυνες συνθήκες όπως επίσης και για την κατάχρηση παιδικής εργασίας.

ένας νόμος που έχει προταθεί ή έχει θεσπιστεί ή μια ομάδα νόμων.